Δευτέρα, Νοεμβρίου 06, 2006

Ευχαριστίες (και το ημερολόγιο της Dana)

Image Hosted by ImageShack.us

Αγαπητές αναγνώστριες, είμαι χαρούμενος γιατί γνώρισα έναν όμορφο άνθρωπο, την κ. Ελένη Ξένου. Η κ. Ξένου είναι διευθύντρια σύνταξης στο ένθετο «Υστερόγραφο» της καλής εφημερίδας «Ο Φιλελεύθερος». Θα έχω τη χαρά να συνεργαστώ μαζί της, καθώς το ένθετο θα φιλοξενεί κάποιες φορές και δικά μου κείμενα. Σκοπεύω να γράφω εις την κυπριακήν διάλεκτον την οποίαν λαλώ απταίστως - εξ επιφοιτήσεως.

Το χθεσινό ένθετο -που ήταν αφιερωμένο στα μπλογκ- ήταν καταπληκτικό. Όλα τα κείμενα ήταν σπουδαία αλλά με ενθουσίασε ιδιαίτερα αυτό του πνευματικού μου πατέρα, Φώτη Βαλλάτου.

Ελπίζω να καταφέρω να γράψω όμορφα κείμενα και κάποια στιγμή να εγκατασταθώ μόνιμα στην Κύπρο – θα αυτοεξοριστώ εκεί. Η Ελλάδα δεν με σηκώνει άλλο- άλλωστε, νομίζω πως ήρθε ο καιρός να ξεκινήσω διεθνή καριέρα. Τα κείμενα για την αγαπημένη μου LiFO, μπορώ να τα γράφω κι από την Πάφο.

Κάθε Τρίτη βράδυ, θα έχω τη χαρά να παρεμβαίνω τηλεφωνικά με τις γνωστές μου σάχλες στην εκπομπή του κ. Βασίλη Κουφόπουλου στον Σκάι στους 100,3. Με την ευκαιρία, θέλω να τον ευχαριστήσω.

Μάλλον θα επισκεφτώ έναν μεγάλο ραδιοφωνικό σταθμό αυτήν την εβδομάδα αλλά δεν σας λέω ποιος είναι γιατί το έχω παρακάνει με τη δημοσιότητα – πάντως, θα είναι στην εκπομπή κάποιου πολύ αγαπημένου μου ανθρώπου.

Αγαπητές φίλες, ακολουθεί ένα κείμενο της ανταποκρίτριας του μπλογκ στη Ζάκυνθο, της κ. Dana Semitecolo. Με την ευκαιρία, να ευχαριστήσω και την κ. Semitecolo για τη συνεισφορά της στο ταπεινό αυτό μπλογκ.




Το οικογενειακό τραπέζι της Κυριακής (και άλλες ιστορίες καθημερινής διαστροφής)

της Dana Semitecolo


Αγαπητό μου Ημερολόγιο,

Σήμερα είναι Κυριακή κι εγώ είμαι χαρούμενη, νομίζω. Τουλάχιστον θα έπρεπε να είμαι. Όλη η οικογένεια είναι στο σπίτι. Ο παππούς κάλεσε και τα άλλα του παιδιά γιατί είχε αγοράσει ένα τεράστιο ψάρι και ήθελε να το φάμε όλοι μαζί. Εμένα δεν μου αρέσει πολύ το ψάρι αλλά το έφαγα γιατί η μαμά είπε ότι ο παππούς έδωσε όλη του τη σύνταξη για να πάρει το ψάρι και είναι κρίμα να μην το φάμε αφού τόσα παιδιά στο κόσμο πεθαίνουν καθημερινά από πείνα.

Οι ετοιμασίες για τη ψαρόσουπα ξεκίνησαν από νωρίς. Όλοι έτρεχαν πάνω κάτω. Στο σπίτι μας, στο σπίτι του παππού από κάτω, στο σπίτι το παλιό που μένει η γριά θεία και που έχουμε τη σόμπα και σε μια παλιά γωνιά που είναι το μαγειριό. Όλοι κάτι έκαναν. Η μαμά μου έκανε δουλειές στο σπίτι και παραπονιόταν πάλι ότι την ενοχλεί η μυρωδιά της χλωρίνης. Εγώ όμως δεν καταλαβαίνω γιατί η μαμά χρησιμοποιεί τόση χλωρίνη αφού την ενοχλεί! Η θεία Μαίρη –που πάντα τρέχει πολύ- δεν άφηνε κανέναν να πλησιάσει στη κατσαρόλα, την είχε αναλάβει εξ ολοκλήρου, όπως έλεγε. Ο μπαμπάς μου έστυψε πολλά λεμόνια και έκανε και σκορδαλιά μαζί με τη μαμά. Τη σκορδαλιά την έκαναν στο μπλέντερ και ο παππούς κουνούσε το κεφάλι του σαν να μας λυπόταν. Ήρθε και ο άλλος παππούς από το κάμπο χωρίς τη γιαγιά όμως. Άκουσα τη μαμά μου να λέει ότι είναι τσακωμένοι ο παππούς και η γιαγιά. Μετά από κουβέντες και φωνές και φασαρίες αποφασίστηκε να φάμε στο παλιό σπίτι δίπλα στη ξυλόσομπα. Η απόφαση πάρθηκε με δημοκρατικές διαδικασίες όπως είπε η μαμά. Το ήθελαν δηλαδή οι περισσότεροι. Η μαμά ήθελε στο σπίτι μας να φάμε αλλά δεν την πείραζε κιόλας. Ο μπαμπάς δεν ξέρω που ήθελε, δεν είπε. Η γρια θεία ήθελε οπωσδήποτε στη σόμπα , επίσης και ο παππούς. Τελικά ετοιμάσαμε όλοι μαζί το τραπέζι και κάτσαμε να φάμε.

Μου βάλανε μπροστά μου ένα τεράστιο πιάτο ψαρόζουμο με λαχανικά και ψάρι. Δίπλα ένα άλλο πιάτο με αλιάδα (σκορδαλιά) και ψωμί. Όλοι ήταν χαρούμενοι κι έτρωγαν με λαιμαργία. Εγώ όταν έβλεπα κάποιους να τρώνε έτσι, σιχαινόμουν και δεν ήθελα να φάω! Δεν λέω ποιους γιατί η μαμά λέει να μην κατηγορούμε τους άλλους και να μην αναφέρουμε πρόσωπα σε άλλους, μόνο γεγονότα. Τέλος πάντων έφαγα λίγο. Η φασαρία στο δωμάτιο ήταν αφόρητη και η ζέστη επίσης! Ο μπαμπάς μιλούσε με το θείο Κωστή για τις ελιές. Οι παππούδες βασικά τρώγανε και δεν πολυμιλάγανε. Οι τρεις θείες έλεγαν διάφορα. Ο μικρός έτρεχε και φώναζε και ήθελε να βγει έξω και δεν ήθελε να φάει. Μας πήρε το κεφάλι με το κλάμα του. Αρχίσαμε όλοι να παρακαλάμε να τον αφήσουν επιτέλους να βγει έξω! Η μαμά όμως είπε ότι δεν μπορεί να του κάνει συνέχεια τα χατίρια και ότι πρέπει να πάρει δραστικά μέτρα και να του θέσει όρια! Κι εγώ σκέφτηκα ήταν ανάγκη σήμερα να του θέσει αυτά τα όρια;

Η τηλεόραση είχε έναν που τον λένε Χατζή και τραγούδαγε κάτι τραγούδια που δεν τα ξέρω. Εμένα δεν μου άρεσε αλλά η μαμά ενθουσιάστηκε και θύμισε του παππού όταν ήταν μικρή στην Αθήνα και πηγαίνανε σε κάτι μέρη που τα λέγανε αναψυκτήρια λέει και τον βλέπανε αυτόν τον κύριο Χατζή. Ο παππούς έκανε μμμμ και κουνούσε το κεφάλι μπουκωμένος με σκορδαλιά και ψωμί.

Η φασαρία ήταν αφόρητη κι εγώ δεν μπορούσα να καταλάβω πως μπορούν και συνεννοούνται μέσα σε τόση φασαρία. Η μικρή θεία έφερε κόκα κόλα στο τραπέζι και η μαμά μου τη στραβοκοίταξε γιατί θα ζήταγα να πιω. Μου έβαλαν λίγο σε ένα ποτηράκι του κρασιού με την παρατήρηση βέβαια ότι θα ξαναπιώ σε δυο μήνες πάλι. Εμένα δεν μου αρέσει η κόκα κόλα αλλά και δεν μου αρέσει που δεν με αφήνει η μαμά και ο μπαμπάς να πίνω.
Όλοι έτρωγαν και μιλούσαν και ο κ. Χατζής τραγούδαγε και έβγαζε κάτι κραυγές που μου θύμιζαν κάτι απαίσια τραγούδια που ακούει η μαμά μου και που τα λέει φάδος και κουραφέξαλα! Ο κύριος τραγουδούσε, ο μικρός έκλαιγε και τότε ξεκίνησε η γρια θεία και έλεγε στη μαμά μου ότι προχθές είδε στη τηλεόραση τον Μαμαλάκη που έφτιαξε ένα φοβερό αρνάκι στη γάστρα. Η μαμά δεν άκουγε αλλά η θεία επέμενε να της λέει κι έτσι η μαμά έκανε ότι άκουγε. Οι άλλοι γελούσαν και τελικά η θεία μετά από ώρα τέλειωσε δηλώνοντας ότι από ότι κατάλαβε το φαγητό αυτό ήταν πολύ οικολογικό. Εγώ δεν κατάλαβα τι εννοούσε αλλά οι άλλοι όλοι γέλασαν εκτός από τον γέρο παππού που έτρωγε λαίμαργα και δεν έδινε σημασία σε τίποτε άλλο. Όλοι ήταν χαρούμενοι! Εγώ είχα πονοκέφαλο.
Όταν ο γέρος παππούς έφαγε άρχισε να βρίζει τη γρια θεία γιατί δεν είχε λέει βάλει αρκετά ξύλα στη σόμπα και το έκανε λέει επίτηδες για να κρυώνει, να αρρωστήσει και να πεθάνει. Ο μπαμπάς φώναξε στον παππού ότι είναι παράλογος και ότι η ζέστη ήταν υπερβολική εκεί μέσα. Τελικά ο παππούς μας έβρισε όλους και μας είπε ότι δεν μας ξανακάνει το τραπέζι.

Ευτυχώς μετά από λίγο τέλειωσε το φαγητό. Τα φάγανε όλα! Οι κοιλιές τους φούσκωσαν σαν μπαλόνια κι άρχισαν να αγκομαχάνε. Έτσι αποφασίστηκε να ξεκουραστούμε, ευτυχώς! Ο καθένας πήγε σπίτι του και η θεία Μαίρη ήρθε στο δικό μας και κοιμήθηκε στο καναπέ μας γιατί θα έφτιαχναν γλυκό το απόγευμα με τη μαμά μου. Αυτό ήταν το πιο χαρούμενο νέο που έμαθα σήμερα! Εγώ διάβαζα ένα βιβλίο που μου πήρε ο μπαμπάς και περίμενα να ξυπνήσουν. Το γλυκό ήταν πραγματικά υπέροχο!

Τώρα σε αφήνω αγαπητό ημερολόγιο γιατί πρέπει να κοιμηθώ. Το πρωί έχω σχολείο και ξυπνάω νωρίς.

Καληνύχτα!