Σάββατο, Απριλίου 15, 2006
Z
Τα πρωινά του Σαββάτου συνήθως πηγαίνω στα βιβλιοπωλεία. Παλιότερα, όταν ήμουν φοιτητής –το καλοκαίρι μεταξύ δευτέρας και τρίτης Δημοτικού φοίτησα στο Πανεπιστήμιο – πήγαινα σχεδόν κάθε μέρα. Περνούσα από την «Εστία» στη Σόλωνος γιατί μου αρέσει το βιβλιοπωλείο αυτό, σελιδοσκοπούσα καμιά εκατοστή βιβλία, διάλεγα μερικά, τα σημείωνα σ’ ένα χαρτί και πήγαινα στην «Πρωτοπορία» για να τα αγοράσω.
Στην «Πρωτοπορία» ήταν πιο φθηνά – εκεί που στην «Εστία» θα αγόραζα τρία, στην «Πρωτοπορία» μπορεί με τα ίδια χρήματα να έπαιρνα και πέντε μερικές φορές. Σούφρωνα και τρία τέσσερα ακόμα κι έβγαινε η βδομάδα – είχαμε και προσάναμμα για το τζάκι.
Τα τελευταία Σάββατα κάνω τρελό πάρτι στα βιβλιοπωλεία. Μπαίνω μέσα σοβαρός-σοβαρός και περιφέρομαι τάχα μου αδιάφορος στο χώρο. Όταν εντοπίσω το βιβλίο του πιτσιρίκου – κάνει μπαμ λόγω χρώματος – το παίρνω στα χέρια μου κι αρχίζω να το ξεφυλλίζω με ενδιαφέρον. Μετά εντοπίζω τον πλησιέστερο πωλητή ή όποιον έχει την ατυχία να περνάει από δίπλα μου και τον πλακώνω στις ερωτήσεις.
«Συγνώμη, ποιος είναι αυτός;» «Είναι ένας blogger» «Blogger;» «Έχει blog» «Τι είναι blog;». Τέλος πάντων, αφού τον τρελάνω κανονικά, περνάω στο δεύτερο μέρος του σχεδίου. «Και πως είναι το όνομά του;» «Δεν ξέρω» «Τι εννοείτε;» «Γράφει με ψευδώνυμο» «Δεν μπορεί να μην ξέρετε εσείς!» «Δεν ξέρω» «Ελάτε τώρα!» «Μα δεν έχω ιδέα!» «Μήπως είναι κάποιος γνωστός;» «Τι να σας πω;». Τον βάζω και ψάχνει στο κομπιούτερ, ρωτάει τους άλλους υπαλλήλους, ρωτάει τον διευθυντή και στο τέλος τον απειλώ : «Αν δεν μου πείτε το όνομά του, δεν θα το αγοράσω». «Μα δεν το ξέρω, σας λέω!».
Κάπου εκεί τον κοιτάω με δυσπιστία, αφήνω το βιβλίο νευριασμένος και φεύγω. Το μόνο πρόβλημα είναι πως σε λίγο θα μου τελειώσουν τα βιβλιοπωλεία. Είμαι και λίγο …αξέχαστος ως φυσιογνωμία γιατί είμαι κοντός, χοντρός, καραφλός, άσχημος και με καμπούρα και δεν μπορώ να πάω στο ίδιο δυο φορές. Είχα μια εντύπωση πως τα βιβλιοπωλεία είναι πάρα πολλά, αλλά πρόσφατα έμαθα πως είναι μόνο διακόσια σε όλη την Ελλάδα και μαζί με τα βιβλιοχαρτοπωλεία φτάνουν τα χίλια εννιακόσια. Όταν εξαντλήσω τα βιβλιοπωλεία της Αθήνας, θα πάω στη Θεσσαλονίκη και ύστερα θα πάρω με τη σειρά τις πιο μικρές πόλεις. Μετά θα πάω στο εξωτερικό.
Το βρίσκω πολύ χαριτωμένο όλο αυτό. Όποιος είναι μαζί μου στη βόλτα στα βιβλιοπωλεία, την κάνει λαχείο. Τώρα το έχουν μάθει και οι φίλοι μου αυτό το κόλπο και το κάνουν κι αυτοί. Τις προάλλες, μια φίλη μου κόντεψε να τρελάνει ένα ολόκληρο κατάστημα στο κέντρο της Αθήνας. Μετά ήρθε και με βρήκε σκασμένη στα γέλια – ε ρε γέλια που κάναμε! Εντάξει, μπορεί να είμαι μόνο οκτώμισι ετών, αλλά νομίζω πως δεν θα μεγαλώσω ποτέ.
Αυτό που με στενοχωρεί λίγο είναι πως το άλλο μου βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα με το ονοματεπώνυμο που γνωρίζει η αστυνομία, δεν φαίνεται να τραβάει την προσοχή. Ίσως το θέμα του να είναι δύσκολο για τον πολύ κόσμο που αρέσκεται στο να διαβάζει τις ανοησίες του πιτσιρίκου. Αλλά δεν μπορεί να τα έχει όλα κάποιος. Ίσως το βιβλίο αυτό να είναι μπροστά από την εποχή του και να εκτιμηθεί σε διακόσια χρόνια. Θα περιμένω.