Τετάρτη, Ιουλίου 06, 2005
Οιδίπους επί Νταλάρα
Η παράσταση
Δεκαεννιά χιλιάδες θεατές είχαν την τύχη να παρακολουθήσουν την παράσταση «Οιδίπους Τύραννος» που παίχτηκε στην Επίδαυρο. Την παράσταση σκηνοθέτησε ο Γιώργος Κιμούλης και πρωταγωνιστεί ο Γιώργος Νταλάρας στο ρόλο του Γιώργου Νταλάρα. Ο σπουδαίος Έλληνας τραγουδιστής φάνηκε φοβερά ανανεωμένος και οπωσδήποτε η Επίδαυρος ήταν παιχνιδάκι γι’ αυτόν μετά από τις κοινές εμφανίσεις του με τον Αντώνη Ρέμο στο «Αθηνών Αρένα». Ο Γιώργος Νταλάρας επέστρεψε στις παλιές του συνήθειες και δεν επέτρεψε τα λουλούδια κατά τη διάρκεια της εμφάνισής του, ενώ απαγορευόταν επίσης το κουμκάν, τα ζάρια και η Μονόπολι. Ο Γιώργος Κιμούλης κράτησε μια λιτή σκηνοθετική γραμμή που περιορίστηκε στην εμφάνιση λιονταριών, καμηλοπαρδάλεων και της Νόνικας Γαληνέα. Η κ. Γαληνέα στο ρόλο της Ιοκάστης εμφανίστηκε με ένα κατακόκκινο φόρεμα μέσα στο κατάμαυρο σκηνικό, σκορπίζοντας τον ενθουσιασμό στους φιλάθλους της Παναχαϊκής που διέκριναν σε αυτόν τον κορυφαίο συμβολισμό τα χρώματα της ομάδας τους και την πορεία της για την επάνοδό της στην Α΄Εθνική.
Ο Μύθος
Για όσους δεν γνωρίζουν την υπόθεση του δράματος θα πούμε μερικά λόγια, αν και μικρή σημασία έχουν, αφού κι αυτοί που την ξέρουν, αν δουν την παράσταση, θα την ξεχάσουν. Ο βασιλιάς της Θήβας, ο Οιδίποδας (Γιώργος Κιμούλης) έχει φαγωθεί να μάθει ποιος είναι ο αίτιος που έχει πέσει λοιμός στη Θήβα. Για να λέμε και την αλήθεια όμως, δεν του κατέβηκε έτσι αυθαίρετα στην καρκάλα πως κάποιος φταίει –είχε βάλει το χεράκι του το Μαντείο των Δελφών που έβγαλε χρησμό. Βέβαια δεν ήταν η πρώτη φορά που το Μαντείο πετιόταν σαν την τσουτσού μες τη μέση κι αναστάτωνε τις ζωές των ανθρώπων. Πολλά χρόνια πριν, όταν βασιλιάς της Θήβας ήταν ο Λάϊος, το Μαντείο είχε στείλει χρησμό που έλεγε πως το παιδί που γέννησε η Νόνικα Γαληνέα θα καταστρέψει και το Λάϊο και τη Νόνικα, οπότε θα έπρεπε να το αφανίσουν για να σωθούν κι αυτοί και η Θήβα, ώστε να τα φτιάξει μετά η Νόνικα με τον Αλέκο Αλεξανδράκη και να παντρευτεί μερικούς άλλους που δεν τους θυμάμαι τώρα. Αυτοί, αν και ήταν μεγάλοι άνθρωποι, τα πίστευαν αυτά τα πράγματα, γιατί ήταν προληπτικοί σαν τον Γιάννη Ιωαννίδη και έδωσαν το παιδί σε έναν υπηρέτη για να το πετάξει στον Κιθαιρώνα που ήταν η χωματερή της εποχής, αλλά δεν υπήρχε Αλέκος Αλαβάνος τότε για να το καταγγείλει. Ο δούλος όμως ήταν πολύ πονόψυχος άνθρωπος κι αντί να αφήσει το μωρό στο δάσος να το φάει ο κακός λύκος, το πήγε στην Κόρινθο κι εκεί το παιδί έγινε βασιλόπουλο. Έτσι ήταν παλιά η Κόρινθος –δεν είχε μόνο σουβλάκια αλλά και βασιλιάδες. Του μικρού Κιμούλη δεν του άρεσε στην Κόρινθο –ούτε εμένα μ’ αρέσει και τον καταλαβαίνω απόλυτα- γιατί ένιωθε μπάσταρδος κι αποφάσισε να πάει στους Δελφούς για να μάθει ποιοι είναι οι γονείς του, καθότι τότε ούτε τεστ DNA υπήρχε, αλλά ούτε και οι αναζητήσεις του Ερυθρού Σταυρού. Δεν ήταν δύσκολο να βρει το δρόμο, γιατί όταν τον πήγαινε ο υπηρέτης στην Κόρινθο ο Κιμούλης πετούσε κάτω ρεβίθια για να θυμάται το δρόμο. Εκεί που πήγαινε πέφτει πάνω σε έναν άρχοντα που τον σπρώχνει για να περάσει πρώτος, αφού από τότε έτσι ήμασταν εμείς οι Έλληνες –ανάγωγοι. Αρχίσαν τα σπρωξίδια, τα «και ποιος είσαι συ ρε;» και τα «ξέρεις ποιος είμαι ‘γω ρε;» και ο Κιμούλης, επειδή δεν ήξερε ποιος είναι, παρεξηγήθηκε και τον σκότωσε τον άλλο τον άνθρωπο, εκπλήσσοντας όσους πίστευαν πως μετά από τη σχέση του με τη Μαρία Δαμανάκη είχε πέσει σε νιρβάνα και τίποτα πια δεν θα μπορούσε να τον ταράξει. Τέλος πάντων τον σκότωσε τον ανθρωπάκο, που ήταν ο πατέρας του, αλλά τότε δεν υπήρχε θέμα –σκότωνες όποιον γούσταρες και δεν έτρεχε κάστανο με αστυνομίες και τα ρέστα . Μετά ο Κιμούλης, που μάλλον είχε πατήσει σκατά εκείνη τη μέρα, πάει και πέφτει πάνω στη Σφίγγα, ένα φτερωτό τέρας που είχε κεφάλι γυναίκας και σώμα λιονταριού κι έκανε όλο καταστροφές. Τη Σφίγγα μόλις τον είδε την πιάσανε τα δασκαλίστικά της κι αποφάσισε να του βάλει ένα αίνιγμα, που αν δεν το έλυνε θα τον έπνιγε και θα ησυχάζαμε κι εμείς και η Επίδαυρος. «Ποιο είναι εκείνο το ζώο που ενώ έχει πάντοτε την ίδια μορφή, γίνεται τετράποδο, δίποδο και τρίποδο», του λέει, και καλά σίγουρη πως ο Κιμούλης δεν έχει ιδέα. Έλα ντε όμως που ο Κιμούλης είχε δει την προηγούμενη τον «Εκατομμυριούχο» και ήταν τόσο κωλόφαρδος που του έπεσε η ίδια ερώτηση χωρίς να χρειαστεί καν να πάρει τη βοήθεια του κοινού! «Ο άνθρωπος!» λέει στην ανύποπτη Σφίγγα που της ήρθε ο ουρανός σφοντύλι και γκρεμοτσακίστηκε από τα βράχια της Ακρόπολης της Θήβας. Ε ρε γλέντια οι Θηβαίοι που γλίτωσαν από τη Σφίγγα! Τι Baygon είχαν δοκιμάσει, τι αυτά τα μπλιμπλίκια που τα βάζεις στην πρίζα και διώχνουν από κουνούπι μέχρι κροκόδειλο –την πουτάνα τη Σφίγγα δεν την έπιανε τίποτα! Ήθελε τον Κιμούλη της! Πήραν τέτοια χαρά οι άνθρωποι που την ξεφορτώθηκαν, που έφτασαν στο σημείο να δώσουν στο Γιώργο τη θέση του μπαμπά του ως βασιλιά της Θήβας. Αυτή η θέση εργασίας είχε αδειάσει, αυτή του έδωσαν. Και για να μη στενοχωριέται η Νόνικα που είχε μείνει χήρα, την παντρεύουν μαζί του, κάνουν και τα παιδάκια τους και ούτε γάτα ούτε ζημιά. Καλά αυτοί οι αρχαίοι ήταν πολύ μπροστά! Τέλος πάντων δεν του έμελλε όμως του Κιμούλη να χαρεί για πολύ. Τα ‘θελε όμως κι αυτουνού ο κώλος του. Πιάνει και στέλνει τον κουνιάδο του τον Κρεόντα –που ήταν και θείος του- στο Μαντείο των Δελφών για να μάθει ποιος είναι ο αίτιος του λοιμού και πως θα σωθεί η Θήβα. Οι Δελφοί επειδή δεν ήταν κι εντελώς ρουφιάνοι δεν είπαν κατευθείαν το όνομα του υπαίτιου, αλλά είπαν πως φταίει ο φονιάς του Λάϊου. Ήταν και λίγο σαδιστές οι Δελφοί πάντως. Πλακώνεται λοιπόν ο Οιδίποδας-Κιμούλης να βρει το φονιά του Λάϊου, χωρίς να ξέρει, βέβαια, πως είναι αυτός ο ίδιος. Κάτι σα να φοράς τα γυαλιά σου και να ψάχνεις να τα βρεις δηλαδή. Ε, μετά μαθαίνει την μαύρη αλήθεια, πως ξεπάστρεψε δηλαδή το μπαμπά του και φιστικώνει τη μαμά του και τα βγάζει τα ματάκια του γιατί είναι κακό πράγμα η αλήθεια και να το ακούν αυτό όλοι αυτοί οι μπούρδες που στις συνεντεύξεις τους λένε πόσο αγαπάνε την αλήθεια και πόσο μισούν το ψέμα.
Ο απο μηχανής Νταλάρας
Τώρα, επειδή όλα αυτά ήταν πολύ θλιβερά πράγματα και υπήρχε ο κίνδυνος οι θεατές να νταουνιαστούν, ο σκηνοθέτης –Κιμούλης είχε τη φαεινή ιδέα να βάλει τον Νταλάρα-Νταλάρα κορυφαίο του χορού. Βέβαια ο Νταλάρας είναι ούτως ή άλλως κορυφαίος, οπότε η διευκρίνιση κρίνεται περιττή. Πάνω λοιπόν που πήγαιναν να «πέσουν» οι θεατές έριχνε ένα τραγούδι ο Νταλάρας και άρχιζαν τα «ρίξ’ τα Γιώργαρε», τα «όπα» και τα «βαγγελίστρα μου», με αποτέλεσμα να γίνει ο Οιδίποδας ένα ωραιότατο μιούζικαλ που θα το ζήλευε κι ο Δαλιανίδης. Τη μουσική την έγραψε ο Γκόραν Μπρέγκοβιτς και ήταν ξεπατικωσούρα από παλιότερες δουλειές του, που ήταν ξεπατικωσούρα από τις μουσικές των τσιγγάνων που κι αυτοί σίγουρα από τους αρχαίους Έλληνες θα τις είχαν πάρει, αφού όλα οφείλονται σε εμάς και άρα η μουσική ήταν αντιδάνειο και ο Γκόραν δεν θα πρέπει να πάρει φράγκο. Τους στίχους των τραγουδιών έγραψε η Λίνα Νικολακοπούλου και ήταν στο γνωστό της εσχάτως στιλ, «κανένας στίχος δεν έχει σχέση με τους υπόλοιπους», με αποτέλεσμα οι θεατές να μην καταλαβαίνουν τι λένε τα τραγούδια, αλλά αυτό τελικά λειτούργησε θετικά, αφού οι στίχοι ενίοτε προβληματίζουν το κοινό αποτρέποντάς το από το διονυσιασμό και τη μέγκλα.
Οι αντιδράσεις των θεατών
Οι θεατές επηρεάστηκαν βαθύτατα από την παράσταση και τους πιάσανε τα οιδιπόδειά τους, με αποτέλεσμα να αρχίσουν όλοι να το κάνουν αναμεταξύ τους στις κερκίδες χωρίς ταμπού και προκαταλήψεις, προκαλώντας τα χειροκροτήματα και τις επευφημίες των ηθοποιών, που φώναζαν «Όλο! Όλο!», αλλά και του Γιώργου Νταλάρα που τραγούδησε το «Μια βραδιά στο Λεβερκούζεν» από τη Μήδεια του Αριστοφάνη και φώναξε στον κόσμο «Δικό σας!», προκαλώντας απανωτούς οργασμούς στα πάνω διαζώματα και στις ταξιθέτριες. Στο τέλος της παράστασης κι ενώ το κοινό χειροκροτούσε μαζεύοντας παράλληλα τα παντελόνια του, ο Γιώργος Κιμούλης κάλεσε στην ορχήστρα τον Γκόραν Μπρέγκοβιτς, τον Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς και τον στρατηγό Μλάντιτς που γνώρισαν την αποθέωση και τραγούδησαν μαζί με τον Γιώργο Νταλάρα το «Προσκλητήριο»
Προσωπικότητες
Την παράσταση παρακολούθησαν μεγάλα ονόματα της Τέχνης, του Πολιτισμού, του Εφοπλισμού και του Γρήγορου Πλουτισμού όπως η Ζωζώ Σαπουντζάκη, ο Ροναλντίνιο, ο Βαγγέλης Ρωχάμης και ο Νίκος Αλιάγας που κράτησε την αναπνοή του για 32 μέρες μπαίνοντας έτσι στο βιβλίο ρεκόρ Γκίνες στην κατηγορία «τα έχω χάσει και δεν ξέρω πια τι κάνω». Αίσθηση δημιούργησε η παρουσία του Ντιέγκο Μαραντόνα που θα ανεβάσει του χρόνου στην Επίδαυρο την Αντιγόνη του Πελέ με πρωταγωνίστρια τη Χίλαρι Κλίντον, κορυφαία του χορού της κοιλιάς τη Μπέσσυ Αργυράκη και κορυφαίο του χορού του Ζαλόγγου τον Μίκαελ Σουμάχερ.
Η μάσα
Μετά την παράσταση οι θεατές και οι ηθοποιοί πήγαν στην πασίγνωστη ταβέρνα του "Λεωνίδα" στο Λυγουριό, επειδή τους είχε πιάσει λιγούρα, και έφαγαν μαγειρίτσα, κοκορέτσι και μελομακάρονα. Στην περιφορά του Επιταφίου που ακολούθησε, το κέφι ήταν μεγάλο και οι σερπαντίνες έδεναν υπέροχα με τις μπούρκες, τις φουστανέλες και τις σχολικές ποδιές «Τσεκλένης» που είναι το must του φετινού καλοκαιριού.
Στη DiS