Ο πιτσιρίκος -αν και ζει ακόμα στην Αθήνα του κλέους και του Χρυσού Αιώνα του Περικλέους- αφιερώνει το κείμενο που ακολουθεί στους υπέροχους ανθρώπους της LiFO και τους εύχεται χρόνια πολλά.
Την Αθήνα την αγαπάω. Γεννήθηκα στην Αθήνα και τη λατρεύω. Αν είχα γεννηθεί στο Νέο Δελχί, θα αγαπούσα το Νέο Δελχί. Εδώ ο άλλος αγαπάει το Αγρίνιο επειδή γεννήθηκε εκεί. Και πολύ καλά κάνει. Που αν επισκεφτείς το Αγρίνιο, το πρώτο πράγμα που σκέφτεσαι είναι πως θα πρέπει να το βομβαρδίσουν αμέσως. Να μη μείνει ούτε κολυμπηθρόξυλο όρθιο.
Αλλά έτσι είναι ο άνθρωπος: δεν ξεχνάει τον τόπο στον οποίο είδε για πρώτη φορά το φως του ήλιου, βύζαξε το μητρικό γάλα, έδωσε το πρώτο του φιλί, έφαγε την πρώτη του χυλόπιτα και το πρώτο του προφιτερόλ.
Όλοι βρίζουν την Αθήνα. Αθηναίοι και μη. Πιστεύουν πως αξίζουν κάτι καλύτερο, αλλά κανείς δεν παίρνει τον κώλο του να πάει παραπέρα να μας αδειάσει τη γωνιά. Συνέχεια λένε «το χωριό μου αυτό και το χωριό μου εκείνο» - ε, άντε πήγαινε στο χωριό σου και μη μας πρήζεις άλλο.
Υπάρχουν βέβαια και Αθηναίοι γκάγκαροι που διαμαρτύρονται επειδή πλάκωσαν οι βλάχοι και τους χάλασαν το μεγαλείο. Βέβαια, κι αυτοί το χωριό νοσταλγούν, αφού κωλοχώρι ήταν η Αθήνα πριν γίνει πρωτεύουσα. Παιδιά, να φεύγουμε εμείς, να επιστρέψουν και οι Τουρκαλάδες που βίαζαν τις προ-προγιαγιάδες σας για να νιώσετε ξανά αριστοκράτες.
Οι πιο ωραίοι είναι αυτοί που συγκρίνουν την Αθήνα με το Παρίσι, το Λονδίνο και τη Ρώμη, και βέβαια δεν τους αρέσει καθόλου. Αν τους ακούσεις να μιλάνε, έχεις την εντύπωση πως ζούμε στην Αλβανία του Χότζα και πως, αν πας να περάσεις τα σύνορα, θα σε εκτελέσουν επί τόπου. Αφού τους αρέσει τόσο πολύ το Λονδίνο, γιατί δεν πάνε εκεί να μεγαλουργήσουν;
Υπάρχει και ο μύθος πως οι Έλληνες στο εξωτερικό διαπρέπουν. Μπούρδες. Όλοι αυτοί οι Έλληνες που μεταναστεύουν στο εξωτερικό είναι άφιλοι και φεύγουν από την Ελλάδα επειδή έχουν τον ανθρωποδιώκτη πάνω τους και κανείς δεν τους θέλει για παρέα - πάνε στο εξωτερικό, δουλεύουν όλη μέρα σαν τα ζώα, κάνουν το σκατό τους παξιμάδι και η μόνη τους έγνοια είναι πώς θα πάνε το καλοκαίρι δέκα μέρες στο χωριό τους για να κυκλοφορούν στα στενά σοκάκια με τη Μερσεντές και να γνωρίσουν την αποθέωση από τον τοπικό πληθυσμό, που βασικά τους έχει χεσμένους, αλλά αυτοί νομίζουν πως βρίσκονται στον κολοφώνα της δόξας τους και δεν το παίρνουν χαμπάρι.
Η αλήθεια είναι πως η Αθήνα δεν είναι τόσο όμορφη όσο θα μπορούσε να είναι. Αυτό όμως δεν είναι τυχαίο - έγινε βάσει σχεδίου: οι Αθηναίοι ξέρουν πως, αν δεν υπήρχε η Ακρόπολη, στην Αθήνα δεν θα είχαμε τουρίστα ούτε για δείγμα.
Φρόντισαν λοιπόν να χτίσουν άσχημα κτίρια, ώστε να αναδεικνύονται ακόμα περισσότερο το κάλλος και η μεγαλοπρέπεια του Ιερού Βράχου. Αν η Αθήνα είχε πανέμορφα κτίρια, ο Παρθενώνας θα έχανε λίγη από τη λάμψη του, ενώ τώρα φαντάζει σαν όαση μέσα στην έρημο - άσε που θα έβλεπαν οι τουρίστες τα σύγχρονα εκπληκτικά κτίρια, θα ένιωθαν κόμπλεξ κατωτερότητας και θα έλεγαν «καλά, ρε πούστηδες, δεν σας έφταναν τα μεγαλεία της αρχαιότητας; Είναι ανάγκη να συνεχίζετε να μεγαλουργείτε στους αιώνες των αιώνων; Πού θα το φτάσετε πια;».
Θα είχαν δίκιο οι άνθρωποι και μετά θα επέστρεφαν στις βάρβαρες πατρίδες τους εντελώς καταρρακωμένοι. Ενώ τώρα βλέπουν από την Ακρόπολη όλη αυτή την... μπετονιέρα και αισθάνονται κάπως καλύτερα.
Οπότε έχουν άδικο όσοι επιμένουν να μην γκρεμιστούν τα δυο όμορφα κτίρια στην οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου 17 & 19. Αν ήταν άσχημα, θα συνέβαλλαν στην ανάδειξη της Ακρόπολης αλλά, μιας και είναι όμορφα, πρέπει να γκρεμιστούν αμέσως ώστε να μη μειώνουν τη λάμψη του Παρθενώνα.
Το σωστό είναι να γκρεμίσουμε όλα τα ωραία κτίρια της Διονυσίου Αρεοπαγίτου και στη θέση τους να φτιάξουμε παράγκες, μαντριά και κοτέτσια για να μοιάζει ακόμα πιο λαμπερή η Ακρόπολη.
Αξίζουν πολλά συγχαρητήρια στον αρχιτέκτονα του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης που -αν και είναι ξένος- σκέφθηκε σαν γνήσιος Έλληνας πατριώτης και έφτιαξε ένα πραγματικά απαίσιο κτίριο. Τι ωραία που το Νέο Μουσείο είναι τόσο άσχημο - αν ήταν όμορφο, θα μείωνε την αίγλη της Ακρόπολης.
Στο πλαίσιο της πατροπαράδοτης ελληνικής φιλοξενίας, θα πρέπει να κάνουμε τους ξένους που επισκέπτονται τη χώρα μας να νιώθουν άνετα και όχι μειονεκτικά.
Για παράδειγμα, τι θα σκεφτόταν ο Αμερικανός τουρίστας αν δίπλα στο κτίριο της αμερικάνικης πρεσβείας έβλεπε ένα υπέροχο κτίριο και όχι το Μέγαρο Μουσικής; Θα αισθανόταν απαίσια - οπότε κι εμείς, για να μην καταβαραθρώσουμε το γόητρο των ΗΠΑ, επιδείξαμε ευαισθησία και φτιάξαμε αυτό το πράγμα που κάνει το κτίριο της πρεσβείας να μοιάζει με παραδοσιακό κυκλαδίτικο σπιτάκι.
Το μετρό που βρίσκεται κάτω από το έδαφος και δεν υπάρχει κίνδυνος να προσβάλλει την Ακρόπολη το κάναμε κούκλα. Βέβαια, ευτυχώς που δεν υπάρχουν τίτλοι ιδιοκτησίας για το υπέδαφος της Αθήνας, διαφορετικά, οι γραμμές του μετρό θα ήταν σαν την εθνική οδό: όλο στροφές και ζιγκ ζαγκ. Με μια γραμμή θα εξυπηρετούσες όλη την Αθήνα και ο επιβάτης θα έφτανε από την Ομόνοια στο Χαλάνδρι σε δώδεκα ώρες.
Οι Αθηναίοι έχουν συνειδητοποιήσει πως δεν πρέπει να προκαλούν τους τουρίστες - έτσι, τα σπίτια τους από μέσα είναι σωστά παλάτια, αλλά απέξω είναι τίγκα στα μπάζα, τις λάσπες και το σκουπιδαριό.
Επίσης, φροντίζουν να μην προκαλούν φθόνο στους τουρίστες που ζουν σε χώρες που δεν βρέχονται από θάλασσα - αν ακούσεις δυο Αθηναίους να συζητάνε για το πόσο πολύ τους λείπει η θάλασσα, ξεχνάς πως η Αθήνα είναι χτισμένη δίπλα στη θάλασσα και έχεις την εντύπωση πως βρίσκεται στις Άλπεις ή στα Ιμαλάια.
Βέβαια, κάπου τους κομπλάρουμε τους τουρίστες με τη συμπεριφορά μας. Ανεβαίνει ο Αθηναίος στην Ακρόπολη και, ενώ οι τουρίστες θαυμάζουν τον Παρθενώνα, ο Μήτσος έχει γυρίσει κανονικά την πλάτη στο μνημείο, το ‘χει γράψει στα παλιά του τα παπούτσια και λέει με δυνατή φωνή: «Ρε Κατίνα, το σπίτι μας δεν είναι αυτό εκεί κάτω; Το ξεχωρίζω από την ξηλωμένη τέντα και από το μπουρί του σουβλατζίδικου του κυρ-Αρίστου!». Οι Αθηναίοι ανεβαίνουν στην Ακρόπολη από περιέργεια να δουν αν φαίνεται το σπίτι τους.
Κακώς κάποιοι υποστηρίζουν πως η Αθήνα είναι μια πόλη εχθρική για τους ανθρώπους με ειδικές ανάγκες. Ίσα ίσα που στην Αθήνα με τα σπασμένα πεζοδρόμια και τα αυτοκίνητα παρκαρισμένα πάνω στα πεζοδρόμια δεν έχει καμία σημασία αν είσαι ανάπηρος ή αρτιμελής γιατί, όπως και να ‘σαι, στο τέλος θα πέσεις και θα φας τα μούτρα σου· η Αθήνα είναι απόλυτα δημοκρατική με όλους τους πολίτες της.
Το 1981, το βράδυ του μεγάλου σεισμού, αφού βεβαιώθηκα πως στο σπίτι όλοι ήμασταν σώοι και αβλαβείς, έτρεξα στη μέση της Διονυσίου Αρεοπαγίτου και σταμάτησα μπροστά στον Παρθενώνα. Μέσα στο σκοτάδι -υπήρχε διακοπή ρεύματος- προσπαθούσα να μετρήσω τις κολόνες του Παρθενώνα για να δω αν είναι όλες στη θέση τους.
Οπωσδήποτε, ήταν μια ανόητη σκέψη -μέσα στους αιώνες η Ακρόπολη πρέπει να έχει σταθεί όρθια σε εκατοντάδες σεισμούς- αλλά μετά από χρόνια συνειδητοποίησα πως τη βραδιά εκείνη, μετά από την οικογένειά μου, το μόνο που με ενδιέφερε ήταν η Ακρόπολη.
Υ.Γ. Η φίλη μου η Μαρία πέταξε την περασμένη Κυριακή από το Λος Άντζελες στην Αθήνα για να βρίσκεται εδώ σήμερα που ο πατέρας της κλείνει τα 70 του χρόνια -να τα χιλιάσετε κύριε Γιώργο- και αμέσως μετά θα ξαναφύγει. Για τη Μαρία, η Αθήνα είναι οι γονείς της και οι άνθρωποι που αγαπάει. Καλή αντάμωση, Μαρία.
LIFO - 29/11/07