Παρασκευή, Ιανουαρίου 27, 2006

Κακό χωριό τα λίγα σπίτια



Στην ταινία «Στέλλα» του Μιχάλη Κακογιάννη, η Βούλα Ζουμπουλάκη (Αννέτα) δίνει ρεσιτάλ ηθοποιίας. Ειδικά στη σκηνή που προσπαθεί να πείσει τη Μελίνα Μερκούρη (Στέλλα) να πάει στην εκκλησία για να παντρευτεί τον Γιώργο Φούντα (Μίλτο). Τελικά η Μελίνα δεν πάει στην εκκλησία, η Ζουμπουλάκη παθαίνει υστερία και χρειάζεται η παρέμβαση της Σοφίας Βέμπο (Μαρία) για να συνέλθει λίγο. Άμα της έχωνε και μια σφαλιάρα η Βέμπο, η σκηνή θα ήταν για ανθολόγιο. Άσε που θα την έστελνε στο νοσοκομείο, έτσι νταρντάνα που ήταν. Γιατί τα γράφω αυτά όμως; Α ναι, η Ζουμπουλάκη στην ταινία διακατέχεται απ’ αυτό το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της φυλής μας : τον φθόνο.


Ό, τι και να κάνεις σ’ αυτή τη ζωή, πάντα θα υπάρχει ένας πιο όμορφος, πιο έξυπνος, πιο πλούσιος κτλ. Άρα το να ανταγωνίζεσαι είναι μάταιο. Όταν ήμουν πέντε ετών, ζητούσα από τον πατέρα μου να περάσει όλα τα αυτοκίνητα που συναντούσαμε στην εθνική οδό. Στα έξι κατάλαβα πως αυτό ήταν αδύνατο και ηρέμησα. Άρχισα να χαίρομαι την διαδρομή, να παρατηρώ τα άλλα αυτοκίνητα, τους επιβάτες τους. Έτσι και στη ζωή. Αφού καταλάβεις πως δεν μπορείς να τους ξεπεράσεις όλους, αρχίζεις να βάζεις μικρότερους στόχους. Για παράδειγμα, να γίνεις καλύτερος από χτες. Και καταλαβαίνεις πως και οι άλλοι …επιβάτες έχουν επιθυμίες όπως κι εσύ.


Υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν δίπλα τους ανόητους για να μοιάζουν οι ίδιοι διάνοιες. Θέλουν τους χειρότερους για να μοιάζουν οι ίδιοι κορυφές. Υπάρχουν άλλοι που θέλουν να συναναστρέφονται τους καλύτερους για να καλυτερεύουν και οι ίδιοι. Ομολογώ πως αυτή είναι η περίπτωσή μου. Έχω καλό στομάχι - με τη μια μυρίζομαι τον καλύτερο από μένα και τον παρατηρώ. Αν μου δοθεί η ευκαιρία να πιω έναν καφέ μαζί του δεν θα τη χάσω. Θα ακούσω με προσοχή αυτά που λέει και θα νιώσω ευτυχής που τον συνάντησα. Αν μάλιστα η τύχη τα φέρει και γίνουμε φίλοι, θα κάνω πάρτι δια βίου. Στους φίλους μου συχνά-πυκνά λέω πως δεν θα με πείραζε να ήμουν δούλος. Αν ήταν να σερβίρω τον Σωκράτη ή τον Επίκουρο, αλλά να με άφηναν να ακούω τι συζητούν με τους φίλους τους, δεν θα με χαλούσε καθόλου. Θα έπιανα μια γωνιά και δεν θα έχανα λέξη. Αν μάλιστα ήμουν ο Μυς, ο δούλος του Επίκουρου, θα είχα προνομιακή μεταχείριση στη διαθήκη του. Το περίεργο είναι πως υπάρχουν άνθρωποι που χρωστάνε το σπίτι, το αυτοκίνητο, τις πιστωτικές κάρτες και νομίζουν πως είναι ελεύθεροι, οικτίροντας παράλληλα τους αρχαίους Αθηναίους επειδή είχαν δούλους. Βέβαια αν τους ρωτήσεις γιατί το φεγγάρι δεν πέφτει πάνω στη Γη, δεν ξέρουν την απάντηση. Και το άσχημο δεν είναι που δεν ξέρουν - το άσχημο είναι που δεν θέλουν να μάθουν.


Πριν από χρόνια ένιωσα την επιθυμία να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Ήταν το καλοκαίρι που ο Σολωμός Σολωμού ανέβηκε στον ιστό για να κατεβάσει την τουρκική σημαία. Το ίδιο βράδυ βρέθηκα σε ένα μπαρ. Στην παρέα ήταν και κάποιος που προσπαθούσε να μας πείσει πως ο Σολωμού δεν ήξερε τι έκανε, πως ήθελε να αποδείξει κάτι και πως φυσικά δεν υπήρχε τίποτα το ηρωικό στην πράξη του. Όταν συναντώ έναν ηλίθιο, καταλαβαίνω πως το πιθανότερο είναι να γίνω κι εγώ ηλίθιος, οπότε προτίμησα να φύγω, αν και μου είχε ανέβει το αίμα στο κεφάλι. Θεωρώ τρομερή ηλιθιότητα να φέρνεις στα δικά σου μικρά μέτρα ό,τι σε ξεπερνάει. Το γεγονός πως δεν έχω τα αρχίδια του Σολωμού, του Βελουχιώτη, του Τσε, αν θέλετε του Καραϊσκάκη ή του Σαμουήλ για να συμφωνήσουμε όλοι, δεν σημαίνει πως θα τους κάνω μινιατούρες για να μοιάζω εγώ σπουδαίος.


Νομίζω πως στην Ελλάδα έχουμε μεγάλο πρόβλημα να παραδεχτούμε πως κάποιος είναι καλύτερος από εμάς. Δεν λέω απαραίτητα καλύτερος στο επάγγελμά του – έστω καλύτερος άνθρωπος, πιο καλόψυχος, πιο σοφός, πιο τίμιος, πιο γενναίος. Αν πεθάνει βέβαια, τον ανακηρύσσουμε σε Άγιο. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί συμβαίνει αυτό. Πολλά πράγματα δεν καταλαβαίνω, αλλά ο μεσσιανισμός μου με έχει εγκαταλείψει εδώ και χρόνια, οπότε προσπαθώ όσο μπορώ να βελτιώσω τον εαυτό μου.


Μάλλον ήμουν τυχερός στη ζωή μου κι έχω γνωρίσει ανθρώπους που θαύμασα και θαυμάζω και θέλω να τους μοιάσω. Δεν ξέρω αν τα καταφέρνω, αλλά προσπαθώ. Δεν είναι πως τους έχω σαν είδωλα – απλά έχω ζηλέψει τον τρόπο τους. Σκέφτομαι κάποιες φορές τι θα έκαναν, αν ήταν στη θέση μου. Μπορεί να μην είμαι τόσο καλός όσο αυτοί, αλλά η επιθυμία μου να γίνω σαν κι αυτούς είναι δυνατή και νικάει μερικές φορές, χαρίζοντάς μου όμορφες στιγμές. Τον φθόνο δεν μπορώ να τον επιτρέψω στον εαυτό μου. Τον βρίσκω φθηνό. Φθηνός φθόνος. Δηλητήριο για την ψυχή.


Διαβάζω ένα καταπληκτικό βιβλίο αυτές τις μέρες : «Ο άγνωστος Τόμας Μπέρνχαρντ». Αφορά βέβαια τον γνωστό Αυστριακό συγγραφέα. Αν έχει κάποια σημασία η γνώμη μου, το προτείνω ανεπιφύλακτα. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Νάρκισσος». Τη μετάφραση έχει κάνει ο Θεόδωρος Λουπασάκης και την εισαγωγή έχει γράψει ο Γιώργος – Ίκαρος Μπαμπασάκης. Διαβάζοντας το βιβλίο, καταλαβαίνω πως αγαπώ τον Τόμας Μπέρνχαρντ. Δύσκολος άνθρωπος. Ακόμα ένας που θέλω να του μοιάσω. Ο ίδιος βέβαια δεν ήθελε να μοιάσει σε κανέναν : «Δεν είχα ποτέ ένα πρότυπο και ποτέ δεν ήθελα να έχω. Ήθελα πάντα να είμαι μόνο ο εαυτός μου και έγραψα μόνο όσα σκέφτηκα ο ίδιος». Παρακάτω όμως συναντιόμαστε λίγο : «Παρέμεινα πάντοτε ταραχοποιός, σε κάθε μου ανάσα, μέσα σε κάθε γραμμή που έγραψα. Η ζωή μου ολόκληρη ως ύπαρξη δεν είναι τίποτε άλλο από σταθερή βούληση να ενοχλώ και να ερεθίζω». Αυτό θα προσπαθήσω να κρατήσω απ’ αυτόν.

Πιο κάτω γράφει : «Εγώ ποτέ μου δεν έδωσα σημασία στην κοινή γνώμη, γιατί πάντοτε ασχολιόμουν μέχρι εξαντλήσεως με τη δική μου γνώμη, κι έτσι δεν είχα καιρό για τις γνώμες των άλλων, που ποτέ δεν έλαβα υπόψη ούτε πρόκειται να λάβω υπόψη στο μέλλον».

Τον Τόμας Μπέρνχαρντ τον συνάντησα σε ένα βιβλίο. Θα ήθελα να τον συναντούσα και στη ζωή μου. Δυστυχώς δεν ζει πια. Αν ζούσε σήμερα, ίσως να είχε ένα blog. Γιατί όχι; Μέχρι τη γλώσσα του θα μάθαινα για να μπορώ να τον διαβάσω. Κάτι θα μπορούσα να μάθω κι από κει.




Ο καλύτερος από εμάς άνθρωπος δεν είναι απειλή – είναι δώρο. Αν τον συναντήσουμε, δεν φεύγουμε τρέχοντας – πάμε κοντά του. Στο κάτω-κάτω δεν λερώνουν οι άνθρωποι – ακόμα και οι χειρότεροι.


(σ.σ. Οι λέξεις «καλός», «καλύτερος» στο κείμενο έχουν βέβαια την αρχαιοελληνική έννοια.)