Η Μίλαν επικράτησε 2-1 της Λίβερπουλ και κατέκτησε το Τσάμπιονς Λιγκ για έβδομη φορά στην ιστορία της. Οι ιταλοί παίκτες ήταν καλύτεροι στον αγωνιστικό χώρο αλλά και στα αποδυτήρια, όπου φέρονταν με απίστευτη ευγένεια και τακτ ο ένας στον άλλον αλλά και στους δημοσιογράφους. Οι παίκτες της Λίβερπουλ ξεκίνησαν καλά τον αγώνα αλλά όσο περνούσε η ώρα άρχισαν να παρουσιάζουν συμπτώματα στέρησης αλκοόλ και είχαν παραισθήσεις και σπασμούς με τη μπάλα στα πόδια. Μάταια οι οπαδοί τους ρεύονταν ομαδικά για να τους μεθύσουν με τις βρωμερές αναπνοές τους, αφού οι κλανιές των Ιταλών φιλάθλων εξουδετέρωναν τα ρεψίματα και το τεχνητό οφσάιντ.
Ο αγώνας ήταν υπέροχος και θύμιζε πολύ έντονα ένα παλιότερο παιχνίδι του Αετού Μουνοπαγίδας με τη Θύελλα Πουτσομεζέ που είχε κριθεί στο στρίψιμο του νομίσματος επειδή οι δυο ομάδες δεν είχαν εμφανιστεί στο γήπεδο λόγω κατολισθήσεων.
Η ωραία ατμόσφαιρα πήγε να χαλάσει στο 35ο λεπτό όταν ο Κακά κατέβαινε με φαντεζί τρόπο από δεξιά και ο Τζέραρντ γύρισε και του είπε πως ο Παόλο Κοέλιο είναι ένα θρησκόληπτο λαμόγιο που έχει υπερεκτιμηθεί. Ο Κακά άρχισε να μπινελικώνει τον Χάρολντ Πίντερ αλλά ευτυχώς επενέβησαν οι υπόλοιποι παίκτες, και ο αγώνας συνεχίστηκε αφού πρώτα όλοι συμφώνησαν πως δίκαια κέρδισε φέτος το Νόμπελ Λογοτεχνίας ο Ορχάν Παμούκ.
Οι έλληνες φίλαθλοι παρουσιάστηκαν ουδέτεροι πριν την έναρξη του αγώνα αλλά μόλις ξεκίνησε έκοψαν πλευρό και πήραν έναν υπνάκο, οπότε δεν είχαν πια κανένα δίλημμα για το ποια ομάδα να υποστηρίξουν.
Πάντως, κάθε φορά που έμπαινε γκολ πετάγονταν από τον ύπνο το βαθύ και καλούσαν τους Άγγλους να μας επιστρέψουν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα, ενώ δεν έλειψαν και κάποια συνθήματα που προέτρεπαν τους Ιταλούς να κλωνοποιήσουν τη Μόνικα Μπελούτσι.
Ο διαιτητής αναγκάστηκε να διακόψει τον αγώνα στο 70ο λεπτό, όταν μπήκαν στον αγωνιστικό χώρο τρεις χιλιάδες οπαδοί του Ολυμπιακού που ζητούσαν την παραμονή του Ριβάλντο στο γηροκομείο και την επιστροφή του Τζιοβάνι Για Πάντα Στο Λιμάνι.
Μετά το τέλος του αγώνα οι άγγλοι παίκτες ζήτησαν συγνώμη από τους έλληνες φιλάθλους για τα Δεκεμβριανά και κατέθεσαν στεφάνι από μπυροκούτια στο σκάμμα του άλματος σε μήκος, ενώ οι Ιταλοί είχαν μαζευτεί στη λιμνούλα των 3000 μέτρων στιπλ, είχαν πέσει στα γόνατα και έκλαιγαν γοερά για τη βύθιση της «Έλλης» στην Τήνο, μετά από την άνανδρη επίθεση που της έκανε το υποβρύχιό τους ανήμερα της Παναγίας, και που είχε σαν αποτέλεσμα να χαθεί όλο το κέφι από το πανηγύρι.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας επισκέφτηκε στα αποδυτήρια τον γερμανό διαιτητή και του ζήτησε να μεταφέρει στη γερμανίδα καγκελόπορτα Άνγκελα Μέρκελ το ελληνικό αίτημα για τις πολεμικές αποζημιώσεις. Ο άρχοντας του αγώνα προσέφερε τις κάλτσες του στον κ. Παπούλια και οι δυο άνδρες χαιρετήθηκαν με τον παραδοσιακό τρόπο των ιθαγενών στη Βαυαρία - γλείφοντας δηλαδή ο ένας τις μασχάλες του άλλου.
Στο Σύνταγμα οι Μπίχληδες και οι Μακαρονάδες προσπάθησαν να παίξουν ξύλο μετά το τέλος του αγώνα, αλλά ήταν όλοι ντίρλα και δεν μπορούσαν να πετύχουν οι μεν τους δε, γιατί τους έβλεπαν όλους διπλούς και προσπαθούσαν να πετύχουν τον μεσαίο.
Στη συνέχεια, οι άγγλοι οπαδοί αναχώρησαν για την πατρίδα τους επειδή δεν είχε μείνει στα Βαλκάνια μπύρα ούτε για δείγμα και υπήρχε ο κίνδυνος να χρειαστεί να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα νηφάλιοι.
Η ολιγοήμερη παραμονή των άγγλων φιλάθλων στην Αθήνα με προβλημάτισε: μήπως έχω πάρει τη ζωή μου λάθος; Μήπως να τα παρατήσω όλα, να βάλω μια φανέλα του Θρύλου, να κρατάω μια σημαία και να ακολουθώ τον Γαύρο στην επαρχία, τραγουδώντας φάλτσα και πίνοντας όλη μέρα σαν το ζώον; Μήπως αυτή είναι η πρέπουσα απάντηση του σύγχρονου ανθρώπου στις προκλήσεις και τα διλήμματα του 21ου αιώνα;