Έχω διαβάσει. Αρκετά. Όχι όσο θα ήθελα, αλλά αρκετά. Εκεί, μέσα στα αναγνώσματά μου, βρίσκονται οι δικοί μου θεοί. Δεν είναι πάντα αγαπημένοι μεταξύ τους αλλά, με έναν παράξενο τρόπο, καταφέρνω να τους έχω όλους σούζα και να με βοηθούν να περνάω απέναντι. Έχω συναντήσει ανθρώπους που δεν άνοιξαν βιβλίο στη ζωή τους και έχουν μια φιλοσοφία ζωής πιο στέρεη από τη δική μου. Ψαράδες αγρότες, βοσκούς. Οι γνώσεις αυτών των ανθρώπων προέρχονται μόνο απ’ αυτά που έχουν βιώσει κι απ’ αυτά που έχουν ακούσει. Νομίζω πως θα μπορούσα να μην έχω διαβάσει λέξη στη ζωή μου αλλά υπάρχουν δυο ιστορίες που, αν δεν τις είχα ακούσει, θα ήμουν ένας διαφορετικός άνθρωπος – πιο φτωχός.
Την πρώτη ιστορία την άκουσα παλιότερα στην τηλεόραση. Ένας φίλος του Μάνου Χατζιδάκι μιλούσε γι’ αυτόν – δυστυχώς, δεν θυμάμαι ποιος ήταν. Κάποτε, ο Χατζιδάκις ήθελε να αγοράσει ένα παλτό. Εκείνη την εποχή, ήταν μεγάλη υπόθεση να έχεις ένα παλτό αλλά δεν είχε χρήματα να το αγοράσει. Όλοι του οι φίλοι ήξεραν πόσο το ήθελε. Μετά από μια πετυχημένη δουλειά του, κατάφερε επιτέλους να το αποκτήσει. Το ίδιο βράδυ βγήκε με την παρέα του για φαγητό και ήταν πολύ χαρούμενος.
Φεύγοντας από την ταβέρνα, ο φίλος του κάποια στιγμή πρόσεξε πως ο Χατζιδάκις δεν ήταν μαζί τους. Γύρισε πίσω και διαπίστωσε πως ο Χατζιδάκις δεν φορούσε πια το παλτό του – είχε σκεπάσει με αυτό έναν άνθρωπο που κοιμόταν στο δρόμο. Γνώριζα τη φράση του Όσκαρ Ουάιλντ «Δικό σου είναι κάτι μόνο όταν μπορείς να το χαρίσεις», αλλά ακούγοντας αυτήν την ιστορία την εμπέδωσα.
Τη δεύτερη ιστορία, την έχω ξαναγράψει παλαιότερα στο μπλογκ και προσπαθώ να μην την ξεχνώ ποτέ. Την άκουσα, μια καλοκαιρινή βραδιά, πάνω ένα πλοίο που με πήγαινε στις Κυκλάδες. Μου την είπε η Μαλβίνα Κάραλη από το …walkman. Ήταν την εποχή που τρέλαινε τον κόσμο με τις ραδιοφωνικές εκπομπές της – όποιος την είχε ακούσει έστω και μια φορά θα θυμάται τα απανωτά σοκ που προκαλούσε στις μανάδες των φαντάρων που τηλεφωνούσαν για να κάνουν αφιερώσεις στους γιους τους. Εκεί λοιπόν, ανάμεσα στα καλιαρντά και στον Σπύρο Ζαγοραίο, η Μαλβίνα είπε μια ιστορία για τον σατιρικό ποιητή και πεζογράφο Ανδρέα Λασκαράτο.
Όπως ήταν φυσικό, ο Λασκαράτος είχε μεγάλες αντιπάθειες και ορκισμένους εχθρούς – φυσικά, είχε και πολλούς φίλους. Την ημέρα της γιορτής του, κάποιος που ήθελε να τον ειρωνευτεί του έστειλε ως δώρο, με την υπηρέτριά του, ένα καλάθι γεμάτο με κέρατα. Ο Λασκαράτος μάζεψε από τον κήπο του τα πιο ωραία λουλούδια, τα έβαλε στο ίδιο καλάθι και τα έδωσε στην υπηρέτρια για να τα δώσει στο αφεντικό της, μαζί με ένα σημείωμα που έγραφε « Ό,τι διαθέτει ο καθένας σε αφθονία, δωρίζει».
Μέρες που είναι, έλαβα αρκετά δώρα. Αυτές οι δυο ιστορίες μάλλον είναι τα δυο καλύτερα δώρα που μου έχουν κάνει ποτέ. Σας τα χαρίζω. Είναι από τα δώρα που δωρίζονται. Να τα προσέχετε. Και να τα χαρίζετε.
Η έκθεση ζωγραφικής της κ. Σπυριδάκη στην Πύλη Αγίου Γεωργίου στο Ηράκλειο Κρήτης ξεκίνησε χτες και θα διαρκέσει ως και την Κυριακή. Αξίζει να δείτε τον χώρο στον οποίο γίνεται η έκθεση. Έχω πάθει την πλάκα μου.
Η φωτογραφία είναι της πολυαγαπημένης μου eyedroplet.