Πέμπτη, Ιουνίου 30, 2005

...άλλος σου έταξε βοήθεια και σε γέλασε φρικτά

... Πριν κλείσουμε το μπαρ ντανιάζαμε τις καρέκλες στις βεράντες και περιέργως όλοι το έκαναν με κέφι. Έλεγα δυνατά μια στροφή από τον Ύμνο εις την Ελευθερίαν και μετά την επαναλαμβάναμε όλοι μαζί παρέα. Σε μικρή ηλικία είχα αποστηθίσει και τις 158 στροφές του ύμνου για να κάνω το χατίρι στον φωτισμένο Δάσκαλό μου Πορφύριο Πανδή και θυμόμουν τις περισσότερες απ’ αυτές. Μεγάλη επιτυχία ανάμεσα στο προσωπικό του μπαρ είχε η 11η στροφή και την τραγουδούσαν όλοι με οίστρο :

'Άλλος σου έκλαψε εις τα στήθια,
αλλ' ανάσαση καμμιά·
άλλος σου έταξε βοήθεια
και σε γέλασε φρικτά.

Αυτή η στροφή σκορπούσε ενθουσιασμό σε όλους και τη ζητούσαν με επιμονή. Στο τέλος του καλοκαιριού την ήξεραν απέξω. Κατέληξα στο συμπέρασμα πως αυτό συνέβαινε επειδή όλοι ταυτίζονταν με την αδικημένη Ελλάδα του ποιητή και έβλεπαν σ’ αυτήν τον εαυτό τους. Οι άντρες μάλλον θυμόντουσαν κάποια γκόμενα που τους παράτησε ή κάποιον κολλητό που τους πούλησε και οι κοπέλες κάνα τύπο που τους είχε υποσχεθεί γάμο και την έκανε. Εκεί όμως που τα έδιναν όλα ήταν στην 60η στροφή :

Κάθε σώμα ιδρώνει, ρέει·
λες κι εκείθενε η ψυχή
απ' το μίσος που την καίει
πολεμάει να πεταχθεί.

Το περίεργο ήταν πως δεν τραγουδούσαν μόνο οι Έλληνες αλλά και οι αλλοδαποί που δούλευαν στο μπαρ. Ο Μισέλ από τη Γαλλία, η Στέλλα από το Κέμπριτζ, η Μέτε από τη Δανία τραγουδούσαν τσάτρα πάτρα μαζί μας χωρίς να γνωρίζουν βέβαια ελληνικά. Δεκαπέντε άνθρωποι από διαφορετικές χώρες μαζεύαμε καρέκλες και τραπέζια στις τεσσεράμισι το πρωί τραγουδώντας τον Ύμνο εις την Ελευθερίαν. Τέτοιο σουξέ ο Σολωμός, ούτε στον ύπνο του δεν το είχε δει. Κάποιες φορές, για να μη βαριούνται τον επαναλαμβανόμενο ρυθμό, άλλαζα τη μουσική κι επένδυα τους στίχους με τη μουσική του Βαμβακάρη στη Φραγκοσυριανή, μετατρέποντας έτσι τον Ύμνο εις την Ελευθερίαν σε χασάπικο. Νομίζω πως είναι πιο ωραίος έτσι. Δοκιμάστε το και θα δείτε. Οπωσδήποτε ήταν ασέβεια αυτό που κάναμε και σίγουρα οφείλουμε στο Σολωμό μεγάλο μέρος της ελληνικής γλώσσας που μιλάμε σήμερα, αλλά έχει γράψει τόσες αρλούμπες ο Νιόνιος στο συγκεκριμένο ποίημα που πατσίζαμε. Ειδικά μετά την 70η στροφή πρέπει να είχε αρχίσει να βαριέται άσχημα, γιατί μόνο έτσι εξηγούνται όλα αυτά τα ελληνοχριστιανικά που έγραψε. Η πολλή Ελευθερία μάλλον θα τον είχε κουράσει, ενώ σίγουρα ρόλο θα έπαιξε και το γεγονός πως το ποίημα ήταν παραγγελία και δεν είχε πολύ χρόνο στη διάθεσή του. Πάντως ακόμα και στην πίσω μεριά των φύλλων των ημερολογίων τοίχου βρίσκεις καλύτερα στιχάκια από το :

Στο χορό γλυκογυρίζουν
ωραία μάτια ερωτικά,
και εις την αύρα κυματίζουν
μαύρα, ολόχρυσα μαλλιά.

Πολλές φορές τα πιτσιρίκια έμεναν μέχρι να κλείσουμε. Περίμεναν τον Ύμνο εις την Ελευθερίαν όπως τα δώρα τα Χριστούγεννα και τραγουδούσαν πιο δυνατά απ’ όλους μας. Μόνο στο Γιάννη δεν άρεσε το τραγούδι μας. Δεν συμμετείχε ποτέ και ξίνιζε μάλιστα τα μούτρα του. Όχι από σεβασμό στο Σολωμό βέβαια, που αμφιβάλλω αν ήξερε ποιος είναι, αλλά επειδή οτιδήποτε είχε να κάνει με τη χαρά και την ψυχή, του ήταν εντελώς ακατανόητο. Η γνωριμία μου μαζί του με βοήθησε μερικά χρόνια αργότερα να καταλάβω τι συνέβαινε στον Κώστα Σημίτη. Ήταν σαν να έβλεπα το Γιάννη. Απλά το μαγαζί του Σημίτη ήταν λίγο πιο μεγάλο...