Παρασκευή, Νοεμβρίου 04, 2005

Ο πιτσιρίκος στο γήπεδο

Image Hosted by ImageShack.us

Την περασμένη Κυριακή το μεσημέρι έπινα τον καφέ μου στο στέκι μου, διαβάζοντας τις δυο συνεντεύξεις του Νίκου Παπανδρέου στο «Ε» και στο «ΒΗΜΑgazino».

Τότε εμφανίστηκε ο καλός μου φίλος ο Σ. και μου πρότεινε να πάμε να δούμε τον Παναθηναϊκό, που υποδεχόταν τον ΠΑΟΚ στο Ολυμπιακό Στάδιο. Σκέφτηκα πως για να εξιλεωθώ για την ανάγνωση των συνεντεύξεων Παπανδρέου, θα έπρεπε ή να διαβάσω τα Άπαντα του Παπαδιαμάντη, ή να υπάγω εις το γήπεδον. Επέλεξα το δεύτερο.

Ήπιαμε μερικές μπύρες - γιατί είμεθα άνδρες και οι άνδρες πίνουν σε κάθε ευκαιρία - και ξεκινήσαμε για το γήπεδο. Αποφασίσαμε να μην πάμε με τις Πόρσε που συνηθίζουμε να οδηγούμε τας Κυριακάς, αλλά να αναμιχτούμε με τον λαουτζίκον - έτσι μπήκαμε στο μετρό.

Στο σταθμό της Ομόνοιας το βαγόνι γέμισε με οπαδούς του Παναθηναϊκού. Δεν μιλούσαν, αλλά εγώ κατάλαβα πως είναι Παναθηναϊκοί, επειδή φορούσαν πράσινες μπλούζες που έγραφαν «ΠΑΟ» και έφεραν κασκόλ που έγραφαν «Θύρα 13». Επίσης ήταν όλοι κοντοί.

Στον σταθμό Αττική κατεβήκαμε και πήραμε τον ηλεκτρικό. Δίπλα μου στριμώχτηκε μια κορασίδα που ήτο Παναθηναϊκός, πλην όμως ήτο όμορφη σαν Παοκτζού. Σκέφτηκα να της προτείνω να έρθει μαζί μας για να την προστατεύσουμε από το πλήθος των αγρίων οπαδών που ηδύναντο να προσπαθήσουν να εκτονώσουν πάνω της τις γενετήσιες ορμές τους, με αφορμή κάποιο χαμένο πέναλτι του Σαραβάκου, αλλά φευ, μετά από λίγο ήχησε το κινητόν της και ήκουσα με τα ώτα μου την πανέμορφη κορασίδα να δίδει ραντεβού στη Θύρα 16 - προφανώς σε κάποιον τυχερόν μαντραχαλάν.

Στο σταθμό Ειρήνη αποβιβαστήκαμε και προχωρήσαμε προς το Στάδιο. Η ατμόσφαιρα ήτο αποπνικτική, καθώς ο καπνός από τα υπαίθρια σουβλατζίδικα δεν σε άφηνε να δεις πέρα από τη μύτη σου - ήτο σαν Τσικνοκυριακή. Ο Σ. έπαθε μια κρίση βουλιμίας και χλαπάκιασε τρία σουβλάκια, την ίδια ώρα που εγώ κοιτούσα τις φανέλες των παικτών του Παναθηναϊκού, που διατίθονταν προς πώληση . Ήθελα να αγοράσω μια, αλλά δεν είχε αυτή του Δομάζου με το νούμερο 10. Ούτε του Φυλακούρη είχε κι έτσι αποφάσισα να συμβιβαστώ με μια φανέλα του Γκονζάλες, ο οποίος είναι Αργεντινός, όπως με διαβεβαίωσε ο πωλητής - τουτοιοτρόπως θα απεδείκνυα εμπράκτως τον διεθνισμόν που με διακατέχει, ως αριστερός που είμαι, δηλώνοντας παράλληλα τη συμπαράστασή μου προς τον δοκιμαζόμενο λαό της Αργεντινής. Δυστυχώς δεν υπήρχε φανέλα στο νούμερό μου - έτσι, έφαγα δυο σουβλάκια, συμπαραστεκόμενος στον δοκιμαζόμενον κλάδον των πλανόδιων πωλητών σουβλακίων.

Έξω από το Στάδιο συναντήσαμε τρεις φίλους του Σ. από τη δουλειά του - οι δυο ήταν οπαδοί του Παναθηναϊκού κι ο τρίτος του ΠΑΟΚ. Ήταν μεγάλοι άνθρωποι και γι’ αυτό τους μιλούσα στον πληθυντικό - αυτοί δεν το αντιλαμβάνονταν και απαντούσαν και οι τρεις μαζί στις ερωτήσεις μου. Περάσαμε τον πρώτο έλεγχο των εισιτηρίων και κατευθυνθήκαμε προς τη θύρα 14 . Ο Σ. μετά την κρίση βουλιμίας είχε πάθει μια δεκάλεπτη κρίση νευρικής ανορεξίας, αλλά μόλις είδε τα νέα κιόσκια στον περίβολο του σταδίου, τού πέρασε, κι έπαθε πάλι μια κρίση βουλιμίας - αγόρασε δυο χοτ ντογκ και τα καταβρόχθισε. Εγώ πήγα στην τουαλέτα, όπως ικανοποιήσω τη φυσική ανάγκη που οι άνδρες ασκούν όρθιοι. Εκεί διαπίστωσα πως οι οπαδοί του Παναθηναϊκού κλωτσούσαν τις πόρτες, δεν τραβούσαν τα καζανάκια και δεν έπλεναν τα χέρια τους κατά την έξοδό τους - το απέδωσα στο νεαρόν της ηλικίας τους και την απέχθεια προς το ύδωρ που διακατέχει τα παιδιά.

Οι τρεις φίλοι του Σ. είχαν εισέλθει στο Στάδιο καθώς ούτε πεινούσαν, ούτε κατουριόντουσαν και πήγαμε να τους βρούμε. Ο Σ. πέρασε τον έλεγχον των εισιτηρίων, αλλά εμένα με σταμάτησε ένα όργανο της Τάξης για να με ψάξει.

-Τι έχεις στις τσέπες σου;
-Τα κλειδιά μου.
-Να τα δω.
-Ορίστε.
-Στην άλλη τσέπη τι έχεις;
-Καραμέλες.
-Να τις δω.
-Ορίστε. Θέλετε μία;
-Τσιγάρα δεν έχεις;
-Τα κρατάω στο χέρι.
-Ο αναπτήρας που είναι;
-Δεν έχω αναπτήρα.
-Και πως θα ανάβεις τα τσιγάρα;
-Θα τρίβω δυο πέτρες.
-Που είναι οι πέτρες;
-Αστειεύομαι, δεν έχω πέτρες.
-Αν έχεις κρύψει τον αναπτήρα, άσ’ τον σε μένα και να έρχεσαι εδώ να ανάβεις.

Τον διαβεβαίωσα πως δεν έχω αναπτήρα και του υποσχέθηκα πως θα κατεβαίνω και θα ανεβαίνω σαράντα σκαλιά κάθε φορά που θα θέλω να ανάψω ένα τσιγάρο. Το αγγελικό πρόσωπό μου μάλλον έπεισε το καλοκάγαθο όργανο της Τάξης για το αληθές των λόγων μου.

Εισήλθαμε στο φωταγωγημένον Στάδιον, στο επάνω διάζωμα, και ανεβήκαμε στας θέσεις μας. Το κρύο ήτο τσουχτερό και αισθάνθηκα ικανοποίηση για την προνοητικότητά που είχα να φορέσω το ημίπαλτό μου. Ο Σ. και οι φίλοι του κρύωναν, καθώς έφεραν ελαφρά μπουφάν.

Οι κερκίδες δεν ήταν πλήρεις, αλλά ο κόσμος ήτο αρκετός. Η ομάδα του ΠΑΟΚ ενεφανίσθη στο γήπεδο για να πραγματοποιήσει την προθέρμανσή της και έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τους οπαδούς του Παναθηναϊκού, οι οποίοι φώναζαν διαρκώς πως συνουσιάζεται ο ΠΑΟΚ και η Θεσσαλονίκη. Οι παίκτες του ΠΑΟΚ αδιαφόρησαν, αφού είναι γνωστό πια τοις πάσι, πως η Θεσσαλονίκη είναι ερωτική πόλη και η συνουσία αποτελεί καθημερινή πρακτική των κατοίκων της, όπως και η μπουγάτσα.

Οι παίκτες του ΠΑΟΚ τοποθέτησαν στο χορτάρι τέσσερις πορτοκαλί κώνους κι έτρεχαν γύρω - γύρω υπό τους ήχους ασμάτων της Έλενας Παπαρίζου που μας είχαν πάρει τα ώτα. Στις δυο μεγάλες οθόνες του Σταδίου προβάλλονταν διαφημίσεις - έστρεψα την προσοχή μου εκεί, διότι είχαν περισσότερο ενδιαφέρον.

Ξαφνικά η Έλενα Παπαρίζου έδωσε τη θέση της στον Γιάννη Βογιατζή. Σκέφτηκα πως ο άμοιρος ντι τζέι είχε πάθει εγκεφαλικό, αλλά λάθεψα στην εκτίμησή μου, αφού απλά είχε εισέλθει η ομάδα του ΠΑΟ για προθέρμανση. Το πλήθος υποδέχτηκε τους παίκτες με ερωτικά συνθήματα στα οποία ο Παναθηναϊκός είχε ρόλο επιβήτορος και συνουσιαζόταν με τον ΠΑΟΚ, τη Θεσσαλονίκη και τη Μακεδονία, οπότε ο ντι τζέι δυνάμωσε τον ύμνο του ΠΑΟ με τον Γιάννη Βογιατζή , που είναι πολύ καθώς πρέπει άσμα και δεν περιέχει ερωτικούς στίχους.

Οι διαφημίσεις στις οθόνες διεκόπησαν, δίνοντας τη θέση τους σε φάσεις από πρόσφατα παιχνίδια της γηπεδούχου ομάδος. Οι παίκτες του Παναθηναϊκού σκόραραν συνεχώς στις οθόνες και το πλήθος πανηγύριζε. Τα γκολ που δέχτηκε ο ΠΑΟ από τον Ολυμπιακό, την ΑΕΚ και την Ουντινέζε δεν προβλήθησαν στις οθόνες – ίσως να μην έχουν δικαίωμα να προβάλλουν τα γκολ που δέχεται ο ΠΑΟ.

Εγώ εν τω μεταξύ επιδιδόμουν στην καραμελοφαγίαν, ενώ ο Σ. και οι φίλοι του επιδίδονταν στο κάπνισμα των τσιγάρων μου, γιατί τα δικά τους είχαν τελειώσει - ευτυχώς είχαν αναπτήραν και δεν χρειάστηκε να ανεβοκατεβαίνουμε σαράντα σκαλιά μέχρι τον αστυφύλακα.

Οι δυο ομάδες απεσύρθησαν στα αποδυτήρια για να καταστρώσουν τα τελικά σχέδια μάχης και σε λίγο ενεφανίσθησαν με τα καλά τους. Ο Γιάννης Βογιατζής επανήλθε στα ηχεία, αλλά το πλήθος δεν τον συνόδευσε, προτιμώντας να ασχοληθεί πάλι με την ερωτική ζωή του ΠΑΟΚ και της συμπρωτεύουσας.

Το παιχνίδι ξεκίνησε με αναγνωριστικές κινήσεις των παικτών των δυο ομάδων. Οι αναγνωριστικές κινήσεις συνεχίσθησαν καθ’ όλην την διάρκειαν του αγώνος και οι παίκτες συνωστίζονταν στο κέντρο του γηπέδου. Ξαφνικά όλοι πετάχτηκαν όρθιοι καθώς ο ΠΑΟ σημείωσε τέρμα. Δυστυχώς δεν το είδα, καθώς η προσοχή μου ήτο στραμμένη στη μεγάλη οθόνη – έδειχνε μια διαφήμιση για ένα στεγαστικό δάνειο της Eurobank. Ο Σ. παραληρούσε.

-Φοβερό γκολ.
-Φοβερό, είπα κι εγώ.
-Ο Μάντζιος το έβαλε.

Γνώριζα έναν Μάντζιον τραγουδιστήν – με την ανεργία που μαστίζει τον κλάδον των αοιδών θα στράφηκε στο ποδόσφαιρο. Τέλος πάντων, καμία δουλειά δεν είναι ντροπή.

Οι οπαδοί του Παναθηναϊκού έβριζαν πια τους πάντες και τα πάντα – έβριζαν σαν bloggers. Το κυρίαρχο σύνθημα ήταν στον ρυθμό του «καζατζόκ» και πήγαινε κάπως έτσι :

Είμεθα από την Λεωφόρον
Και γαμάμε Τούμπαν – Πειραιάν
(παύση)
ΠΑΟ – ΠΑΟ σκίσ’ τους την κωλάραν
Γάμησέ τα όλα τα μουνιά.

Συνέχισα να κοιτώ τις διαφημίσεις – το νέο πακέτο της Otenet για το ADSL μοιάζει πολύ καλό.

Ξαφνικά τους οπαδούς του Παναθηναϊκού τους έπιασαν τα πατριωτικά τους και άρχισαν να τραγουδούν το «Μακεδονία ξακουστή, του Αλεξάνδρου η χώρα». Βέβαια είχαν παραποιήσει λίγο τους στίχους και αναφέρονταν σε γιους που ήταν κίναιδοι και θυγατέρες που ήταν εταίρες.

-Δεν είναι πράγματα αυτά, μου είπε ο Παοκτσής φίλος του Σ.
-Έχει χαλάσει ο κόσμος κύριέ μου. Που τα δικά μας τα χρόνια;
-Μα επιτρέπεται να φωνάζουν τέτοια συνθήματα;
-Έχει χαθεί η φιλοξενία στας μέρας μας. Θέλετε μιαν καραμέλαν να γλυκαθείτε;

Προς μεγάλη μου θλίψη οι διαφημίσεις στας οθόνας διεκόπησαν και έδωσαν τη θέση τους σε ένα μήνυμα που προέτρεπε τους φιλάθλους να μην βρίζουν, γιατί «υπάρχει κίνδυνος τιμωρίας της ομάδας μας». Μάλλον μόνο εγώ το είδα γιατί κανείς δεν σταμάτησε – έτσι το μήνυμα έφυγε κι έδωσε ξανά τη θέση του στις διαφημίσεις.

Στο ημιχρόνιο οι φίλοι του Σ. μου έφαγαν όλες τις καραμέλες, αφού μου είχαν καπνίσει πρώτα όλα τα τσιγάρα. Σκέφτηκα να επιστρέψω στην οικίαν μου και να συνεχίσω με τον Παπαδιαμάντην, αλλά θα ήτο αγενές εκ μέρους μου – έτσι έμεινα για να κρυώνουμε όλοι παρέα.

Στο δεύτερο ημιχρόνιο μετεφέρθησαν έμπροσθέν μας μερικοί νεαροί οπαδοί του Παναθηναϊκού, των οποίων η εφευρηματικότητα σε βρισιές ήταν περιορισμένη – συνουσιάζονταν φραστικά με τον Χριστό του Ζαγοράκη. Μετά άρχισαν να συνουσιάζονται με τον Χριστό του Κωνσταντινίδη, ο οποίος έχει άλλον Χριστόν απ΄ αυτόν του Ζαγοράκη. Πολύ τους απασχόλησε και ο Χριστός του Σαλπιγγίδη, που μάλλον είναι διαφορετικός από τους Χριστούς του Ζαγοράκη και του Κωνσταντινίδη. Ήθελα να τους επαναφέρω στην τάξη, αλλά φοβήθηκα μήπως αρχίσουν τις συνουσίες με τον δικό μου Χριστό, αφού είναι γνωστό τοις πάσι, πως οι Χριστοί στην Ελλάδα είναι όσοι και οι Έλληνες και άρα τσάμπα τσακώνονται οι χριστιανοί με τους οπαδούς του Δωδεκάθεου, αφού ο Θεός δεν είναι ούτε ένας, ούτε δώδεκα, αλλά δέκα εκατομμύρια. Το αυτόν ισχύει και δια τας Παναγίας.

Εντύπωση μου προξένησε η ανωτερότητα που επέδειξαν οι οπαδοί του ΠΑΟΚ, απέναντι στις υβριστικές επιθέσεις των οπαδών του Παναθηναϊκού – κουβέντα δεν είπαν. Αυτό προφανώς οφειλόταν στο γεγονός πως δεν υπήρχαν οπαδοί του ΠΑΟΚ στο γήπεδο, αλλά αυτό δεν μειώνει σε τίποτα την υποδειγματική στάση τους καθ’ όλην την διάρκειαν του αγώνος.

Μετά το πέρας του αγώνος κατευθυνθήκαμε προς τον σταθμόν «Ειρήνη», με μια απαραίτητη στάση για να ενισχύσουμε μια ακόμα φορά τον δοκιμαζόμενον κλάδον των σουβλακοπωλητών. Κατόπιν επιβιβαστήκαμε στο τρένο που ήταν γεμάτο με οπαδούς του Παναθηναϊκού – ευτυχώς είχαν φάει όλοι σουβλάκια και δεν παραπονέθηκε κανείς για την δυσοσμίαν και την βρωμερήν αναπνοήν.

Στην τηλεόρασην, το βράδυ, είδα τις φάσεις του αγώνος – δεν ήταν κακός τελικά.



Στον Φώτην Βαλλάτον


(Οι νέοι αναγνώστες θα βρείτε περισσότερα κείμενα εδώ)