Τρίτη, Ιουλίου 25, 2006
Ντιριντάχτα
Ανταπόκριση από τη Βηρυτό
Χτες έφτασε με ελικόπτερο στη Βηρυτό η Κοντολίζα Ράις για συνομιλίες με την κυβέρνηση του Λιβάνου. Αυτά βέβαια είναι για τα μάτια του κόσμου, αφού αμέσως μετά έφυγε για το Ισραήλ για να δώσει οδηγίες στους Ισραηλινούς. Οι Λιβανέζοι αξιωματούχοι της μιλούσαν ευγενικά μπας και λυπηθεί τα παιδιά του κόσμου αλλά αυτή χαίρεται με τα μακελειά – το βλέπεις στη φάτσα της. Ξέρετε, είναι απ’ αυτές τις φάσεις που θέλεις να της βάλεις έναν πύραυλο «Κατιούσα» στον κώλο αλλά, επειδή και καλά είσαι ο πρωθυπουργός του Λιβάνου και δεν στο επιτρέπει η θέση σου, της μιλάς με το σεις και με το σας.
Δεν είχα κάτι να κάνω χθες, οπότε αντί να πάω για γκολφ αποφάσισα να πάω στο Νότιο Λίβανο για να περάσει η ώρα. Έβαλα την άσπρη κελεμπία μου, ανέβηκα στην καμήλα μου, της κάρφωσα μια ελληνική σημαία στην καμπούρα και κατευθύνθηκα νότια. Στην αρχή πήγαινα από τον αυτοκινητόδρομο αλλά η Τροχαία είχε μονοδρομήσει το αντίθετο ρεύμα εξαιτίας της επιστροφής των εκδρομέων από τους βομβαρδισμούς και τις γενοκτονίες, οπότε πήρα τα κατσάβραχα για να μη με φάνε λάχανο τα αυτοκίνητα τώρα που είμαι πάνω στο άγχος της ηλικίας μου.
Πολύ όμορφη χώρα είναι ο Λίβανος. Βέβαια, αν συνορεύεις με το Ισραήλ, την Τουρκία και τη Συρία την έχεις κάτσει τη βάρκα αλλά οπωσδήποτε είναι ωραία χώρα. Στη διαδρομή διάφορα λιβανόπουλα με λιβάνιζαν για να τους δώσω καραμελίτσες, ενώ συνάντησα και τη Μπέτυ Λιβανού που έχει ένα ωραιότατο εξοχικό στην καρδιά του Λιβάνου – μια χαρά κρατιέται η παλιο-Μπέτυ, σας στέλνει χαιρετισμούς.
Από πάνω μου πετούσαν ισραηλινά μαχητικά και μπεκάτσες, ενώ είδα και δυο Στούκας που είχαν ξεμείνει από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και πρέπει κάπου εκεί κοντά να είχαν φτιάξει φωλιά. Οι αντάρτες της Χεζμπολά με υποδέχτηκαν πολύ ζεστά και με οδήγησαν σε κάτι ωραιότατα λαγούμια που έχουν σκάψει και μέσα έχουν και του πουλιού το γάλα. Η καμήλα δεν χώραγε στο λαγούμι, οπότε την άφησα να βοσκήσει εκεί παραδίπλα, αλλά έπεσε σε ναρκοπέδιο και Θεός σχωρέστην.
Οι αντάρτες απάντησαν με προθυμία σε όλες τις ερωτήσεις που τους έκανα για ένα κείμενο που ετοιμάζω με θέμα «Ανταρτοπόλεμος και κακοσμία του ιδρώτα» και μετά παίξαμε πόλεμο στο Play Station. Μιλάμε τους ξέσκισα και εντυπωσιάστηκαν. Μετά βγήκαμε βόλτα για να ξεμουδιάσουμε και να χωνέψουμε τα καλά που είχαμε σαβουρώσει. Παίξαμε τα μήλα, μακριά γαϊδούρα και τσουβαλοδρομίες, με τις σφαίρες γύρω μας να πέφτουν σαν το χαλάζι κι ο πληγωμένος καλλιτέχνης ν’ αναστενάζει.
Από πάνω μας πετούσαν διάφορα ελικόπτερα κι αποφασίσαμε να παίξουμε σκοποβολή. Μου έδωσαν ένα ρουκετοβόλο να ρίξω πρώτος. Δεν είχα ξαναρίξει με αυτόν τον τύπο – ήταν πολύ πιο εξελιγμένο απ’ αυτά που χρησιμοποιούσα στο Βιετνάμ και στο Αφγανιστάν. Δεν την προλαβαίνεις την τεχνολογία στις μέρες μας. Βλέπω ένα ελικόπτερο που έκανε φούρλες, το σημαδεύω και ξαφνικά χτυπάει το κινητό. Ήταν η μαμά που ήθελε να μου πει πως είχα αφήσει τη βρύση ανοιχτή και το διαμέρισμά μου είχε καταστραφεί.
Πριν προλάβω να της πω πως δεν πειράζει και λεφτά έχω θα αγοράσω άλλο, με αρπάζουν οι αντάρτες κι αρχίζουν να με πετάνε στον αέρα πανηγυρίζοντας – δεν είχαν πλύνει και τα χέρια, μαύρη μού την έκαναν την κελεμπία μου. Τι είχε συμβεί; Κατά λάθος εκπυρσοκρότησε το ρουκετοβόλο και κατέβασα ένα ελικόπτερο. Με το που είδα μετά στις ειδήσεις πως κατέρριψα ένα ισραηλινό ελικόπτερο στενοχωρήθηκα πάρα πολύ. Δεν γινόταν να πετύχω το ελικόπτερο που μετέφερε την Κοντολίζα; Που θα μου πάει όμως; Κάπου θα την πετύχω κι αυτήν.
Τέλος πάντων, με παίρνουν οι χεζμπολάδες στα χέρια και μια και δυό με οδηγούν στη σπηλιά του πολυχρονεμένου σεΐχη Νασράλα. Με το που τον βλέπω παθαίνω σοκ. «Ρε κουφάλα» του λέω «εσύ είσαι ο Νασράλα; Στο Αφγανιστάν σε λέγαμε Καπιτάλα!». «Κρύβε λόγια» μου λέει ο Νασράλα – Καπιτάλα και με ρωτάει αν θέλω να δω το χαρέμι. «Ε βέβαια» του λέω « τι ερωτήσεις είναι αυτές που με κάνεις;». Διατάζει τη φρουρά του να τις φέρουνε μπροστά του, να τις βάλει να χορέψουν και μπουζούκια να του παίξουν. Αργιλέδες να φουμάρει με χασίσι τούρκικο και χανούμια να χορεύουν τσιφτετέλι γύφτικο. Έτσι την περνάνε όλοι οι πασάδες στον ντουνιά, μ’ αργιλέδες, με μπουζούκια, μ’ αγκαλιές και με φιλιά. Όπως καταλαβαίνετε έγινε του Κουτρούλη ο γάμος.
Γύρισα στη Βηρυτό μες στα μαύρα χαράματα – έκανα οτοστόπ σ’ ένα Ισραηλινό πράκτορα. Πήγα ένα μήνυμα του Νασράλα στον πρωθυπουργό – με τα σώβρακα μου άνοιξε ο άνθρωπος, κοιμόταν – και μετά πήγα για ύπνο. Ήμουν κουρασμένος αλλά κι ευτυχισμένος.