Τετάρτη, Ιουνίου 21, 2006
Ζωή
-Πιτσιρίκο;
-Έλα Διονύση μου, όλα καλά;
-Καλά. Μου τηλεφώνησε μια κυρία. Διάβασε τα «Καλοκαίρια της αγάπης» στο LiFO και μετά διάβασε και το βιβλίο. Ήταν πολύ συγκινημένη και θα ήθελε να σου μιλήσει. Είναι από τη Ζάκυνθο…
Κοιτάω το χαρτί με τον αριθμό του τηλεφώνου. Να τηλεφωνήσω ή όχι; Είναι αγένεια να μην τηλεφωνήσω.
-Καλησπέρα σας.
-Χαίρετε.
-Είμαι ο πιτσιρίκος.
-Πιτσιρίκο σε αγαπάω!
Όλο περίεργα πράγματα μου συμβαίνουν αυτόν τον τελευταίο χρόνο. Αυτό ήταν ένα από τα πιο περίεργα. Της το είπα. Η κυρία στο τηλέφωνο ήξερε πολύ καλά τους ανθρώπους και τα μέρη που αναφέρω σε κάποια κείμενα. Και να φανταστεί κανείς πως κρατήθηκα πολύ. Θα μπορούσα να γράφω μόνο για τη Ζάκυνθο σε αυτό το blog – μόνο όσα συνέβησαν εκεί. Δεν έχουν τελειωμό. Αλλά είναι επώδυνες πια οι βουτιές στις ανέμελες μέρες. «Αρσενική απελπισία» μου έγραψε ο Θ. για τον Καζαντζάκη και τον Μάρκες – προφανώς ισχύει και για εμάς, τους κοινούς θνητούς.
Μιλήσαμε για πολλή ώρα. Για πρόσωπα και πράγματα. Από τον Αλεφό ως τον Ορχάν Παμούκ. Η ευγένεια της ψυχής της πλημμύρισε τις τηλεφωνικές γραμμές. Γράφεις κάτι και το ξεχνάς. Και μετά μπορεί να το διαβάσουν κάποιοι άνθρωποι και να συγκινηθούν ή να γελάσουν – μπορεί και τα δυο. Δεν τους βλέπεις όμως. Δεν είσαι εκεί. Και μια μέρα μπορεί να μιλήσεις με κάποιον απ’ αυτούς. Δεν είναι δημοσιογράφος, δεν είναι εκδότης. Απλά είναι ένας άνθρωπος που διάβασε κι ένιωσε. Και, περιέργως πως, αισθάνεσαι οικεία μαζί του, σαν να τον ξέρεις χρόνια.
Η κυρία στο τηλέφωνο δεν ήταν καθόλου περίεργη. Η κυρία στο τηλέφωνο ήξερε.
-Καλό σας βράδυ.
-Πιτσιρίκο σε αγαπάω.
-Κι εγώ σας αγαπάω…
Διονύση σ’ ευχαριστώ.